συμπτυσσόμενα

συμπτυσσόμενα
συμπτύσσω
fold
pres part mp neut nom/voc/acc pl
συμπτύσσω
fold
pres part mp neut nom/voc/acc pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • συμπτυσσομένας — συμπτυσσομένᾱς , συμπτύσσω fold pres part mp fem acc pl συμπτυσσομένᾱς , συμπτύσσω fold pres part mp fem gen sg (doric aeolic) συμπτυσσομένᾱς , συμπτύσσω fold pres part mp fem acc pl συμπτυσσομένᾱς , συμπτύσσω fold pres part mp fem gen sg… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συμπτύσσω — ΝΜΑ περιστέλλω, συμμαζεύω, διπλώνω (α. «συμπτύσσω τα ιστία» β. «εὐρυνομένη βραχὺ και συμπτυσσομένη πάλιν», Νικ. Χων.) νεοελλ. 1. (σχετικά με παράταξη) ελαττώνω την έκταση, πυκνώνω τις γραμμές («συμπτυχθείτε» πυκνώστε τους ζυγούς) 2. στρ. (μέσ.… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”